- φραξιονισμός
- ο, Νη ύπαρξη και η δράση φράξιας.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. γαλλ. fractionnisme < fractionner «διασπώ» (< fraction «διάσπαση» < λατ. frango «διασπώ», πρβλ. και φράξια) + κατάλ. -isme (πρβλ. -ισμός)].
Dictionary of Greek. 2013.